Πρακτικά αυτή η κύρωση σημαίνει ότι το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα μειωθεί στο 2% από 2,25% που είναι σήμερα, κινούμενο στο επίπεδο ουδετερότητας της νομισματικής πολιτικής.
Ευρωπαϊκές πηγές κυρίως από την Φρανκφούρτη εκτιμούν ότι η βάδιση του πληθωρισμού στην ευρωζώνη παραμένει πτωτική προς το 2% αποτέλεσμα στο οποίο συνέβαλε και η πολιτική των σταδιακών συγκρατημένων μειώσεων των επιτοκίων, δίνοντας παράλληλα ανάσες στην ευρωπαϊκή οικονομία σε μια περίοδο που η ξετύλιγμα παραμένει αδύναμη.
Στο διάστημα των επόμενων μηνών αναμένεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο στο μέτωπο των δασμών και των διαπραγματεύσεων που βρίσκονται σε ανάπτυξη μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ, οπότε θα υπάρξει σαφέστερη εικόνα σχετικά με το εύρος των επιπτώσεων τους στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Το πρώτο τρίμηνο του 2025 η ευρωζώνη αναπτύχθηκε με ρυθμό 0,4%, οποίος παρότι υψηλότερος από τις αρχικές προβλέψεις, αποτυπώνει τα επίπεδα ασθενικής ανάπτυξης στα οποία κινείται η ευρωπαϊκή οικονομία.
Η Γερμανία στο διάστημα αυτό αναπτύχθηκε με ρυθμό 0,2% από συρρίκνωση 0,2% που είχε παρουσιάσει το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ η Γαλλία σημείωσε οριακή ξετύλιγμα 0,1%
Η πρώτη γενική αποτίμηση της νομισματικής πολιτικής
Μιά πρώτη γενική αποτίμηση της νομισματικής πολιτικής που ακολουθήθηκε τα τελευταία χρόνια έκανε η ΕΚΤ το περασμένο Σαββατοκύριακο στο Πόρτο της Πορτογαλίας όπου συγκεντρώθηκαν οι κεντρικοί τραπεζίτες του ευρωσυστήματος.
Στη συγκέντρωση αυτή έγινε μια συνολική αξιολόγηση της πολιτικής που ακολούθησε η ΕΚΤ από την περίοδο του υψηλού πληθωρισμού που προέκυψε από την κρίση του κορονοϊού και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ως σήμερα.
Το κεντρικό συμπέρασμα της συγκέντρωσης ήταν ότι ορθώς η ΕΚΤ προχώρησε σταδιακά σε προσεκτικές αυξήσεις των επιτοκίων στην πρώτη φάση της κρίσης πληθωρισμού αποφεύγοντας μια απότομη αύξηση των επιτοκίων η οποία θα επέφερε στη φάση αυτή σημαντική αρνητική συνέπεια στην ευρωπαική οικονομία.
Η πολιτική αυτή βασίστηκε στην εκτίμηση που επαληθεύτηκε στην πορεία, ότι ο υψηλός περίσσευμα των προηγούμενων ετών δεν ήταν περίσσευμα ζήτησης, που θα μπορούσε να περιοριστεί με πολύ αυστηρή νομισματική πολιτική, αλλά περίσσευμα προσφοράς που προήλθε από τις 2 κρίσεις που αφορούν την πανδημία του κορονοϊού και τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Έτσι, όπως διαπιστώθηκε στη συνάντηση των ευρωπαίων κεντρικών τραπεζιτών, η ήπια επίδραση της νομισματικής πολιτικής στην ευρωπαϊκή οικονομία επέτρεψε στη συνέχεια τις συγκρατημένες σταδιακές μειώσεις των επιτοκίων.